ξεγιβεντισμένος Η λέξη σημαίνει:– ρεζιλεμένος, ντροπιασμένος, ξεφτιλισμένος Ακολούθησε το Cretans στο Google News και στο Facebook Συνώνυμα: γίβεντοΆρθρα που περιέχουν τη λέξη: 10 Κρητικές λέξεις που κανείς στην υπόλοιπη Ελλάδα δεν μπορεί να καταλάβειΣτην Κρήτη τα πολλά λόγια είναι φτώχεια. Η συνεννόηση μπορεί να γίνει και με… ρακή. Και πίστεψέ με, είναι ευκολότερο να πιεις 3-4 καραφάκια από το να καταλάβεις κάποιες από τις λέξεις που θα ακούσεις…Τα "κοσμητικά" επίθετα της ΚρήτηςΚάποια από αυτά τα επίθετα, εδώ στην Κρήτη τα φτιάξαμε στα μέτρα μας, ίσως γιατί οι υπάρχουσες λέξεις δεν μας ταίριαζαν« Επιστροφή στο ευρετήριο του Κρητικού Λεξικού ΣΤΕΙΛΕ ΤΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΗΣ ΛΕΞΗΣ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΟΥΣ ΣΟΥ Προηγούμενο Όρος Λεξικού γίβεντο Επόμενο Όρος Λεξικού βρούχος