μπίζηλος Σημαίνει:– δύσκολος, μπελαλίδικος Ετυμολογία Από το αρχ. επίζηλος με τροπή του π σε ηχηρό μπ και σίγηση του άτονου ε. Ακολούθησε το Cretans στο Google News και στο Facebook Άρθρα που περιέχουν τη λέξη: Αστερίξ στα Κρητικά - "Βαρονούσηδες πού `ναι ετουτοινέ οι Ρωμαίοι"Τον Αστερίξ τον ξέρουν όλοι. Τον .... Αστερικάκη όμως;« Επιστροφή στο ευρετήριο του Κρητικού Λεξικού Μοιράσου τη λέξη Προηγούμενο Όρος Λεξικού σκάρα Επόμενο Όρος Λεξικού μαλάθρακας