σαλεύω Μοιραστείτε: Tweet – βαδίζω Ετυμολογία αρχαία ελληνική σαλεύω Σχετικά Άρθρα: Κρητικό ανέκδοτο: Οι χοχλοίΣτον ημιμαραθώνιο Κρήτης μιλούν καλά Κρητικά!« Επιστροφή στο ευρετήριο