Οτι καλύτερο έχω ακούσει από το Μανώλη Κονταρό. Οι μαντινάδες “Ενα βιβλίο είν’η ζωή”, είναι μια μεγάλη σειρά από μαντινάδες, αφιερωμένες από τον Κονταρό στο φίλο και συνεργάτη του. Τον αείμνηστο Γιώργο Τσουρουπάκη. Ο Τσουρούπης ήταν μια λύρα από τις λίγες. Μία από τις κορυφαίες λύρες της γενιάς του. Ξεχώριζε. Είχε ρυθμό. Είχε χρώμα. Είχε φαντασία. Ορεξη να’χε και δεν θ’άκουγες ποτέ το ίδιο δυό φορές από τη λύρα του.
9 Οκτωβρίου του 1968 στο Τορόντο του Καναδά ο Νίκος και η Aλκηστη Τσουρουπάκη υποδέχονται στη ζωή το γιο τους Γιώργο, χωρίς να ξέρουν ότι το χώμα της ξενιτιάς θα μπολιάσει ένα τέτοιο φυντάνι, θα δημιουργήσει έναν τέτοιο μερακλή , έναν εξαίρετο άνθρωπο και αργότερα λυράρη.
Από μικρός ο Γιώργος ο Τσουρουπάκης ακούει Κρητική μουσική στο σπίτι του, στα γλέντια του απόδημου Ελληνισμού και μπολιάζεται με μαεστρία και αργότερα δείχνοντας το ταλέντο του.
Η αγάπη για τη Κρήτη τον φέρνει κοντά σε αυτήν και το τόπο καταγωγής του. Γύρω στο 1980 περίπου αρχίζει η ενασχόλησή του με τη λύρα. Συνεργάζεται με πολλούς ντόπιους καλλιτέχνες για μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι που ο Μανώλης ο Κονταρός ο μέχρι και σήμερα συνεργάτης του το 1990-1991 τον επιλέγει να πορευτούνε μαζί. Από τότε είναι αχώριστοι.
Ταξίδια, εκδηλώσεις, και πολλές άλλες κοινωνικές εκδηλώσεις απαρτίζονται από αυτό το τέλειο δίδυμο, Τσουρουπάκη Κονταρού.
Δισκογραφικά η παρέα τους συνεχίζεται αποφέροντας υπέροχους δίσκους και ερμηνείες. Όλοι μιλάνε για τη τέλεια αρμονία που υπήρχε μεταξύ τους. Όλοι μιλάνε για το υπέροχο αυτό δοξάρι, το στιβαρό παίξιμο, αλλά και την ευγενική παρουσία του στο πάλκο.
Στις 21 Μαρτίου 2008 ο Γιώργος Τσουρουπάκης για άλλη μια φορά μας εξέπληξε.
Αυτή τη φορά όμως όχι για τον τρόπο με τον οποίο είχε να μαγεύει όλους εμάς, αλλά με την είδηση του ξαφνικού σου θανάτου, από ανακοπή καρδιάς.
40 χρόνια πορείας σεβαστής…
Γιώργο στο καλό να πας
Ένα βιβλίο είν’ η ζωή κι όταν το ξεφυλλίζω
σε όποια σελίδα κι αν σταθώ, εικόνα σου αντικρύζωΉντα να πρωτοθυμηθώ σε αυτά που’χαμε ζήσει
ένα πλανήτη ολόκληρο μαζί ‘χαμε γυρίσει.Σ’αυτή την ψεύτρα τη ζωή τρέχαμε ζάλο-ζάλο
στο μονοπάτι τση τιμής, στ’όνειρο το μεγάλοΣτο μονοπάτι τση ζωής και τση τιμής τα μέρη
επορπατούσαμε μαζί πιασμένοι χέρι-χέρι.Απάνω που ελέγαμε, δόξα θεό, κι οι δυό μας
ήταν τση τύχης μας γραφτό να έρθει ο χωρισμός μας.Μαζί ‘μαστε και στις χαρές, στις λύπες και στις μπόρες
και όλα αυτά εσβήσανε, μέσα σε λίγες ώρες.Έφυγες κι έβαλα αρχή, όνειρα να γκρεμίζω,
που έχυνα δάκρυ κι έφτιαχνα, πηλό για να τα κτίζω.Έφυγες και ετρίξανε του νου μου τα θεμέλια
μαζί εξεκινήσαμε από μικρά κοπέλιαΠολλές φορές αμοναχός κλαίω να μη με δούνε
έτσι κι αλλιώς στη θέση μου να ‘ρθουνε δε μπορούνε.Κάθε βραδιά πριν κοιμηθώ, κάνεις στο νου σεργιάνι
και σου πετώ τη χέρα μου, μα ‘κεινη δε σε φτάνει.Έφυγες κι έχασα αδελφό, φίλο και συνεργάτη
εσένα είχα αδελφέ, πάντα συμπαραστάτηΈβαλες τα θεμέλια το όνειρο να χτίσω
θα’ναι για σένα άδικο να μην το συνεχίσωΉσουν για μένα δάσκαλος σε όσα κι αν γνωρίζω
θα παίζω και θα τραγουδώ, φίλε να σε θυμίζω.Μέχρι να ζω θα τραγουδώ, τον πόνο θα γλεντίζω
και με τη σκέψη του μυαλό στους δρόμους θα γυρίζωΠέτρα θα κάνω την καρδιά να ξανασυνεχίσω
ότι κι αν κάνω δε μπορώ να σε γυρίσω πίσω.Σ’ένα ακρογιάλι η θάλασσα τα όνειρα θα βγάλει
για να τα βρω κι από την αρχή να ξαναρχίσω πάλιΜε τσ’αναμνήσεις σου θα ζω και το δικό σου πόνο
μπορεί να κάμω πως γελώ μα εγώ το ξέρω μόνοΜε τσ’αναμνήσεις σου θα ζω, το αύριο, το τώρα
κ’ίσως μπορέσω δυνατός να βγω από τέτοια μπόραΑδέλφι δε σε ξέχασα πάντα ‘σαι στο μυαλό μου
εσένα είχα στη ζωή, φίλο και αδελφό μου.Αρχίζω και τρελαίνομαι, μ’αυτά που λέω… κλαίω
του’πε ο χάρος, φεύγουμε… κι ο Γιώργης… “ώπα λέω”.Αυτός που πάντα έλεγε το “ώπα λέω” εχάθει
ήταν τση μοίρας του γραφτό, ανακοπή να πάθει