– ο κήπος, το περιβόλι.
– το ποτιστικό χωράφι που καλλιεργείται με λαχανικά χωρίς δένδρα ή με πολύ ελάχιστο αριθμό
Ετυμολογία
από το οθωμανική τουρκική باغچه (bâğçe) ( > τουρκική bahçe, κήπος) < περσική باغچه (bâghče), باغ (bâgh).
– ο κήπος, το περιβόλι.
– το ποτιστικό χωράφι που καλλιεργείται με λαχανικά χωρίς δένδρα ή με πολύ ελάχιστο αριθμό
Ετυμολογία
από το οθωμανική τουρκική باغچه (bâğçe) ( > τουρκική bahçe, κήπος) < περσική باغچه (bâghče), باغ (bâgh).