γειαίνω Μοιραστείτε: Tweet – έχω ή ανακτώ την υγεία μου, γίνομαι καλά – (μτφ) θεραπεύω κάποιον (με `γειανες μ`ένα φιλί σου) Ετυμολογία υγειαίνω Σχετικά Άρθρα: Γιατροσόφια από την ΚρήτηΟι περίφημες μαντινάδες από το "θρυλικό" αλφαβητάρι του Κουμούχη« Επιστροφή στο ευρετήριο