συμπαίνω Η λέξη σημαίνει:– τροφοδοτώ τη φωτιά με ξύλα, τροφοδοτώ το βολόσυρο στο αλώνι με δεμάτια σπαρτά, συνεργώ, υποβοηθώ Ακολούθησε το Cretans στο Google News και στο Facebook « Επιστροφή στο ευρετήριο του Κρητικού Λεξικού ΣΤΕΙΛΕ ΤΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΗΣ ΛΕΞΗΣ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΟΥΣ ΣΟΥ Προηγούμενο Όρος Λεξικού αναντρανίζω Επόμενο Όρος Λεξικού κοντό