έγγαλο

Η λέξη σημαίνει:

– το ζώο που είναι σε γαλακτοκομική περίοδο, το ζώο που βγάζει γάλα

Ετυμολογία
εν + γάλα

Ακολούθησε το Cretans στο Google News και στο Facebook

« Επιστροφή στο ευρετήριο του Κρητικού Λεξικού
ΣΤΕΙΛΕ ΤΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΗΣ ΛΕΞΗΣ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΟΥΣ ΣΟΥ