σαφί

Σημαίνει:

– συνέχεια, πάντοτε, αδιαλείπτως

Ετυμολογία
από το τουρκικό safi = αληθινό, καθαρό

Ακολούθησε το Cretans στο Google News και στο Facebook

« Επιστροφή στο ευρετήριο του Κρητικού Λεξικού
Μοιράσου τη λέξη