σύσηλο Σημαίνει:– η πιο ζεστή ώρα, συνήθως το καταμεσήμερο Παράδειγμα: το σύσηλο της μέρας Ακολούθησε το Cretans στο Google News και στο Facebook « Επιστροφή στο ευρετήριο του Κρητικού Λεξικού Μοιράσου τη λέξη Προηγούμενο Όρος Λεξικού κοντένω Επόμενο Όρος Λεξικού καερέτι