ρεγάλο Η λέξη σημαίνει:– δώρο, φιλοδώρημα Ετυμολογία ιταλική regalo Ακολούθησε το Cretans στο Google News και στο Facebook « Επιστροφή στο ευρετήριο του Κρητικού Λεξικού ΣΤΕΙΛΕ ΤΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΗΣ ΛΕΞΗΣ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΟΥΣ ΣΟΥ Προηγούμενο Όρος Λεξικού ραέτι Επόμενο Όρος Λεξικού ώπα