παίζω

Σημαίνει:

– κτυπώ (παίζει τη γ-καμπάνα)

Ετυμολογία
αρχ. παίω = κτυπώ

Ακολούθησε το Cretans στο Google News και στο Facebook

« Επιστροφή στο ευρετήριο του Κρητικού Λεξικού
Μοιράσου τη λέξη