λιγάνω Η λέξη σημαίνει:– λιγοστεύω Παράδειγμα Μανόλη, τη ρακή να τη λιγάνεις! Ακολούθησε το Cretans στο Google News και στο Facebook Συνώνυμα: λιγάνεις,λιγιάνεις,λιγιάνωΆρθρα που περιέχουν τη λέξη: Κρητικό ανέκδοτο: Ο Ορθόδοξος ΣκύλοςΈνας Ελληνοαμερικάνος επισκέφτηκε τον αδερφό του που ήτονε βοσκός στην Κρήτη. Έχει μαζί του ένα σκύλο ράτσας Αλάσκας. Τον ε-βλέπει ο βοσκός που του άρεσε ο σκύλος και λέει του...« Επιστροφή στο ευρετήριο του Κρητικού Λεξικού ΣΤΕΙΛΕ ΤΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΗΣ ΛΕΞΗΣ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΟΥΣ ΣΟΥ Προηγούμενο Όρος Λεξικού γιαγέρνω Επόμενο Όρος Λεξικού οφτό