ζουγλός Η λέξη σημαίνει:– ανάπηρος, κουτσός, κουλός, παράλυτος – με παραμορφωμένα άκρα, χτυπημένος στα χέρια ή στα πόδια Ακολούθησε το Cretans στο Google News και στο Facebook « Επιστροφή στο ευρετήριο του Κρητικού Λεξικού ΣΤΕΙΛΕ ΤΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΗΣ ΛΕΞΗΣ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΟΥΣ ΣΟΥ Προηγούμενο Όρος Λεξικού ζουγλάθηκα Επόμενο Όρος Λεξικού ντακέρνω