– το πολύ αλμυρό
– λεπτή κρούστα αλατιού που προκύπτει από εξάτμιση αλατόνερου (θαλάσσιου ή μη)
Ετυμολογία
αρχαία ελληνική ἁλοσάχνη < ἅλς + ἄχνη
– το πολύ αλμυρό
– λεπτή κρούστα αλατιού που προκύπτει από εξάτμιση αλατόνερου (θαλάσσιου ή μη)
Ετυμολογία
αρχαία ελληνική ἁλοσάχνη < ἅλς + ἄχνη