μεταπνίζω Σημαίνει:– ξυπνώ στον ύπνο μου Ετυμολογία μετα-ϋπνίζω Ακολούθησε το Cretans στο Google News και στο Facebook « Επιστροφή στο ευρετήριο του Κρητικού Λεξικού Μοιράσου τη λέξη Προηγούμενο Όρος Λεξικού πρικιά Επόμενο Όρος Λεξικού ανεστουλουχητά