σώχωρο

Η λέξη σημαίνει:

– περιφραγμένο χωράφι, μικρό χωράφι κοντά στο χωριό

Ετυμολογία
Από το εσωχώριον < έσω + χώρος.

Ακολούθησε το Cretans στο Google News και στο Facebook

« Επιστροφή στο ευρετήριο του Κρητικού Λεξικού
ΣΤΕΙΛΕ ΤΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΗΣ ΛΕΞΗΣ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΟΥΣ ΣΟΥ