οψές Η λέξη σημαίνει:– χθες Ετυμολογία Αρχ. επιρρ. οψέ (= αργά) και επιρρ. κατάληξη -ς Ακολούθησε το Cretans στο Google News και στο Facebook Άρθρα που περιέχουν τη λέξη: Λεξικό: τριγουνίζω"Ο Χάρος" και "Ο Διγενής" - Δύο τραγούδια με τη φωνή του Ελευθέριου Βενιζέλου σε ηχογράφηση του '30Αν μη τί άλλο, σήμερα, 80 χρόνια μετά, αυτή η ηχογράφηση, αποτελεί ένα ηχητικό κειμήλιο.Τί σημαίνει να είσαι Χανιώτης/ΧανιώτισσαΥπάρχουν εκείνοι που γουστάρουν τις βόλτες στο παλιό λιμάνι και εκείνοι που σιχαίνονται την πολυκοσμία και την "τουριστίλα" της παλιάς πόλης. Όταν κατάγεσαι όμως από τα Χανιά, τα πράγματα αλλάζουν.« Επιστροφή στο ευρετήριο του Κρητικού Λεξικού ΣΤΕΙΛΕ ΤΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΗΣ ΛΕΞΗΣ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΟΥΣ ΣΟΥ Προηγούμενο Όρος Λεξικού ξαθέρι Επόμενο Όρος Λεξικού σώχωρο